Σχέσεις αδελφών
Γνωρίζουμε όλοι ότι μέσα στην οικογένεια, εκτός από τους γονείς, υπάρχουν και τα αδέλφια. Έτσι, δίπλα στο “εμείς’ που αποτελεί το κάθε παιδί με τους γονείς του, υπάρχει το ‘εμείς’ , το οποίο δημιουργείται από την ομάδα των παιδιών. Μάλιστα, ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, διαμορφώνονται και υπο-ομάδες αδελφών. Έτσι, οι σχέσεις, που αναπτύσονται μεταξύ όλων των μελών της οικογένειας χαρακτηρίζονται ως κάθετες, που είναι οι σχέσεις γονέων-παιδιών και ως οριζόντιες, που είναι οι σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους. Όμως, ενώ έχουν προσεχθεί και μελετηθεί πολύ οι σχέσεις γονιών-παιδιών, δεν έχει δοθεί πολύ μεγάλη προσοχή και δεν έχουν μελετηθεί αρκετά οι σχέσεις των παιδιών μεταξύ τους. Η σημασία ύπαρξης αδελφώνΗ ύπαρξη αδελφών μέσα στην οικογενειακή ομάδα είναι σημαντική για το κάθε παιδί και έχει θετικές αλλά και αρνητικές επιπτώσεις ανάλογα με το πως διαμορφώνονται οι μεταξύ τους σχέσεις. έτσι, το να έχει κάποιο παδί αδέλφια βοηθάει σημαντικά διότι:
Όλες αυτές οι εμπειρίες και οι ανταλλαγές μεταξύ αδελφών το βοηθάνε, αλλά και θα το βοηθήσουν στη λειτουργία του και την προσαρμογή του σε άλλες ομάδες, εξωοικογενειακές αλλά και κοινωνικές και εργασιακές αργότερα. Από την άλλη πλευρά η ύπαρξη αδελφών επιδρά και αρνητικά , καθ’ ότι οι μεταξύ τους σχέσεις χαρακτηρίζονται από αντιπαλότητα και ανταγωνιστικότητα συνοδευόμενες από έντονες συναισθηματικές φορτίσεις που εκφράζονται με αρνητικά συναισθήματα. Έτσι, οι αδελφικές σχέσις διακυμαίνονται από το θετικό που είναι η αγάπη μέχρι το αρνητικό που είναι το μίσος και εκφράζεται με τη ζήλια η οποία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και έγκαιρης παρέμβασης. Το συναίσθημα της ζήλειαςΗ ζήλια είναι ένα αρνητικό συναίσθημα , που είναι αποτέλεσμα του ότι το παιδί βιώνει συναισθηματική στέρηση. Με άλλα λόγια είναι ένα συναίσθημα που βιώνει το παιδί όταν επιθυμεί να έχει κάτι, το οποίο κατά τη γνώμη του έχει κάποιος άλλος. Αυτός ο κάποιος άλλος μπορεί να είναι ο αδελφός ή η αδελφή. Η ζήλια προυποθέτει ότι το παιδί αισθάνεται ότι έχει χάσει πλέον αυτό που το ανήκε και επιθυμεί να το ξανααποκτήσει και που συνήθως είναι η αγάπη, η κατανόηση και η προστασία. Το παιδί νιώθει ότι οι γονείς ή άλλα αγαπημένα πρόσωπα τα δίνουν όλα αυτά σε κάποιον άλλο ενώ θα έπρεπε να τα δίνουν μόνο σ’ αυτό ή τουλάχιστον να του δίνουν τα περισσότερα. Βέβαια η αγάπη, η προστασία και η κατανόηση εκφράζονται για το μικρό παιδί με πολύ απλά πράγματα όπως ένα παιχνίδι, μια μπάλα διαφορετικού χρώματος, ένα καινούριο ρούχο ή ακόμα ένα χαμόγελο ή μια γλυκειά ματιά. Η ζήλια είναι ένα έντονο και επώδυνο συναίσθημα στο οποίο συνυπάρχουν πολλά στοιχεία όπως θυμός, επιθυμία δύναμης, το αίσθημα της στέρησης, η άμιλλα, η λύπη, το μίσος. Η ζήλια που ξεκινάει από νωρίς, από το δεύτερο εξάμηνο της γέννησής του, γίνεται κυρίως εμφανής στο τέλος του πρώτου έτους και συνεχίζεται σε όλη την αναπτυξιακή του πορεία. Το κάθε παιδί αμέσως μετά τη γέννησή του επιθυμεί αλλά και έχει ανάγκη την ικανοποίηση των αναγκών του, όχι μόνο βιολογικών αλλά και ψυχολογικών. Ανάλογα λοιπόν με την ανταπόκριση της μητέρας και του περιβάλλοντος, το παιδί αρχίζει να βιώνει διάφορα συναισθήματα θετικά ή αρνητικά. Πρόκειται για μια συναισθηματική αμφιθυμία η οποία χαρακτηρίζει τη συναισθηματικότητα του ατόμου σε όλη του τη ζωή. Με αυτό τον τρόπο, η σχέση του βρέφους με τους γονείς και ιδιαίτερα με τη μητέρα έχει σαν αποτέλεσμα τη συνύπαρξη της θετικής όψης που είναι η αγάπη με στοιχεία αντιπαλότητας προς τους γονείς. Το παιδί δηλαδή είναι περισσότερα έντονα ζηλιάρικο για τα αδέλφια του στο βαθμό που αυτά αποτελούν ανταγωνιστές όσον αφορά στην αγάπη των γονιών του. Η ζήλια είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο που εντάσσεται στην παιδική συναισθηματικότητα. Όμως, το ότι το παιδί ζηλεύει τον αδελφό του δεν σημαίνει ότι δεν τον αγαπά. Το παιδί είναι ζηλιάρικο τόσο σε πολυμελείς όσο και σε ολιγομελείς οικογένειες. Εκείνο στο οποίο διαφέρει κατά περίπτωση είναι ο βαθμός και η ένταση του συναισθήματος που είναι ανάλογος με την ιδιοσυγκρασία του αλλά και τις ιδιαίτερες οικογενειακές συνθήκες. Χρειάζεται προσοχή γιατί αν υιοθετηθεί σαν μορφή συμπεριφοράς μέσα στην οικογένεια, θα εδραιωθεί και θα γενικευθεί σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις δημιουργώντας ιδιαίτερες δυσκολίες προσαρμογής του ατόμου. Γιατί το παιδί ζηλεύειΥπάρχουν πολλές αιτίες που δημιουργούν τη ζήλεια οι οποίες διαφοροποιούνται κατά περίπτωση και ανάλογα με τη σειρά του παιδιού. Οι κυριότερες μπορούν να συνοψιστούν στις παρακάτω: Η συναισθηματική στέρησηΤο παιδί πιστεύει και βιώνει ότι στερείται της αγάπης των γονιών του ή τουλάχιστον ότι μειώνεται η αγάπη τους προς αυτό εξ αιτίας της παρουσίας του άλλου ή των άλλων παιδιών. Λόγω αυτού, νιώθει μεγάλη ανησυχία και ανασφάλεια με αποτέλεσμα να προσπαθεί οπψωδήποτε αφ’ ενός να βρει αποδείξεις ότι οι γονείς του το αγαπούν λιγότερο και αφ’ ετέρου να επιδίδεται σε μια προσπάθεια επανακατάκτησης αυτού, που, κατά τη γνώμη του, του ανήκει. Το χάσιμο της αποκλειστικότητας των γονιώνΤο κάθε παιδί θέλει να έχει την απόλυτη προσοχή, το ενδιαφέρον και την αγάπη των γονιών του. Θέλει να απολαμβάνει την απεριόριστη αγάπη και στοργή τόσο των γονιών του όσο και των άλλων ατόμων του στενότερου και ευρύτερου πέριβάλλοντός του. Όμως η ύπαρξη άλλων αδελφών έχει σαν αποτέλεσμα το χάσιμο της αποκλειστικότητας, γιατί ο/η αδελφός/-ή καρπώνεται τουλάχιστον ένα μέρος της φροντίδας και της αγάπης των γονιών του. Το μοίρασμαΤο παιδί μέχρι την ηλικία των 6-7 ετών διακατέχεται από ένα έντονο εγωκεντρισμό σε όλα τα επίπεδα (νοητικό, κοινωνικό, συναισθηματικό) δηλαδή δυσκολεύεται να μπει στη θέση του άλλου και να δει τα πράγματα από τη δική του οπτική γωνία. Ιδιαίτερα στο συναισθηματικό πεδίο αυτό είναι πιο έντονο. Το παιδί “παίρνει περισσότερα από όσα δίνει”. Επίσης, το μικρό παιδί, λόγω του εγωκεντρικού χαρακτήρα του, δεν μπορεί να μοιραστεί, γιατί το μοίρασμα σημαίνει παραχωρήσεις δικαιωμάτων και κατακτήσεων τόσο σε υλικό όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο. Αν πάρουμε υπ’ όψη ότι αυτό το μοίρασμα είναι αποτέλεσμα της παρουσίας αδελφών, τότε γίνεται κατανοητό ότι αυτό αποτελεί μια καλή αιτία, που κάνει το παιδί να ζηλεύει. Οι στάσεις των γονιών όσον αφορά στα παιδιά τουςΕίναι γεγονός ότι κάθε παιδί έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το κάνουν να διαφέρει από τα άλλα παιδιά. Αποτέλεσμα αυτής της ιδιατερότητας του κάθε παιδιού, είναι η μεγαλύτερη συμπάθεια και προτίμησή μας, ως γονιών, σε κάποιο από τα παιδιά μας και η θετικότερη στάση μας προς αυτό, η οποία γίνεται αντιληπτή από τα άλλα παιδιά με αποτέλεσμα τη ζήλια τους προς το άλλο παιδί. Όλοι μας έχουμε τις επιλεκτικές μας “προτιμήσεις’, συνειδητές αλλά κυρίως ασυνείδητες και αυτό γιατί τυχαίνει κάποιο παιδί μας να μας “μοιάζει”περισσότερο, είτε στην εμφάνιση, είτε στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του ή γιατί ανταποκρίνεται περισσότερο σ’αυτά τα γνωρίσματα και τις συμπεριφορές που για μας είναι επιθυμητά ή έχουν διαίτερη σημασία. Επίσης θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι και εμείς οι ίδιοι οι γονείς με την πάροδο των χρόνων εξελισσόμαστε και δεν παραμένουμε εντελώς οι ίδιοι, με αποτέλεσμα να διαφοροποιούμαστε και στη συμπεριφορά και στις στάσεις μας όσον αφορά στα παιδιά μας. Γι’ αυτό, ακόμα και τα παιδιά της ίδιας οικογένειας δεν ανατρέφονται, ανάλογα με τη σειρά γέννησης, στο ίδιο ψυχολογικό πλαίσιο. Υπάρχουν αλλαγές στις στάσεις των γονιών, οι οποίες παρουσιάζουν μια εξελικτική πορεία, όπως π.χ. από τη μεγαλύτερη αυστηρότητα (περίπτωση πρωτότοκου) σε μια μεγαλύτερη επιείκεια και ευελιξία (περίπτωση του δευτερότοκου). Οι συγκρίσεις μεταξύ των παιδιώνΠολύ συχνά οι γονείς, αγνοώντας τις αρνητικές επιπτώσεις,προβαίνουν σε συγκρίσεις μεταξύ αδελφών, κυρίως, όσον αφορά στους τρόπους συμπεριφοράς, αλλά και στις σχολικές τους επιδόσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία εχθρότητας και ζήλιας μεταξύ των αδελφών. Αυτό συμβαίνει γιατί τα παιδιά ερμηνεύουν τα δικά μας λόγια, με τα οποία δηλώνουμε ότι μας ικανοποιεί πολύ η συμπεριφορά του ενός παιδιού, ως ένδειξη δικής μας προτίμησης προς το άλλο παιδί. Πως αντιλαμβανόμαστε ότι ένα παιδί ζηλεύειΚάθε τι που βιώνεται, και κυρίως ένα συναίσθημα,εκφράζεται με κάποιους τρόπους. Με άλλα λόγια, θα υπάρξουν κάποιες αντιδράσεις του ατόμου που θα είναι αποτέλεσμα της βίωσης αυτών των συναισθημάτων. Και στην περίπτωση της ζήλειας καταγράφονται κάποιες μορφές συμπεριφοράς που είναι δηλωτικές της ύπαρξής της κι που είναι οι ακόλουθες: Παλλινδρομικές μορφές συμπεριφοράςΤο παιδί που ζηλεύει υιοθετεί μορφές συμπεριφοράς που είναι χαρακτηριστικές όχι της ηλικίας του αλλά προηγούμενων ηλικιακών περιόδων, όπως ενούρηση, πιπίλισμα δακτύλων, τρόπος λήψης τροφής (μπιμπερό), μωρουδίστικος τρόπος ομιλίας. Τέτοιες συμπεριφορές παρατηρούνται συνήθως στα πρωτότοκα παιδιά μετά τη γέννηση του δευτερότοκου και αποσκοπούν στην πρόκληση της προσοχής των γονιών τους και στην ενασχόληση τους μαζί τους. ΕπιθετικότηταΠρόκειται για μια πολύ συχνή συμπεριφορά παιδιών που ζηλεύουν και που μπορεί να είναι δύο μορφών: Λεκτική, δηλαδή να εκφράζεται με λόγια τα οποία υποδηλώνουν μια εχθρότητα και μια αποστροφή προς τον αδελφό, όπως π.χ. άσχημα λόγια, πειράγματα, κοροϊδίες κ.λ.π. Εχθρική ή σωματική, η οποία κατευθύνεται είτε προς διάφορα αντικείμενα που έχουν σχέση με τον αδελφό (π.χ.άρπαγμα και πέταγμα πιπίλας του μωρού, σπάσιμο παιχνιδιών του αδελφού κ.λ.π.) είτε προς τον ίδιο τον αδελφό με σκοπό την πρόκληση βλάβης (π.χ. χτυπήματα, κλωτσιές, δαγκωματιές ή και ξύλο) Επίδειξη μεγάλου θαυμασμού προς τον αδελφό ή αντίθετα πλήρους αδιαφορίαςΤα παιδιά που ζηλεύουν, λόγω του ότι δεν τους απαγορεύεται η έκφραση της ζήλιας τους και το περιβάλλον τους έχει μάθει ότι είναι αποδεκτά μόνο όταν εκδηλώνουν θετικά συναισθήματα, είναι πολύ ευρηματικά στην επινόηση ππαραπλανητικών, αλλά αποδεκτών μορφών συμπεριφοράς. Έτσι, είτε δηλώνουν υπερβολικό ενδιαφέρον προς τον αδελφό τους (πολύ συχνό στην περίπτωση πρωτότοκων παιδιών) απασχολούμενα υπερβολικά μαζί του φροντίζοντάς τον επιμελώς και υπερπροστατεύοντάς τον, είτε καταφεύγουν σε μια πλήρη αδιαφορία προσποιούμενα ότι δεν τα ενδιαφέρει η παρουσία και η ύπαρξη άλλου αδελφού. Διαταραχές συμπεριφοράςΠολλές φορές συμβαίνει κάποιο παιδί, που μέχρι μια ορισμένη χρονική περίοδο δεν παρουσίαζε κάποιες συμπεριφορές, να αρχίσει ξαφνικά (π.χ. μετά τη γέννηση του δεύτερου παιδιού) να εκδηλώνει: έντονα ξεσπάσματα οργής και θυμού, έντονο και συχνό κλάμα χωρίς εμφανή αιτία, άρνηση φοίτησης στο σχολείο, έντονο πείσμα και απαιτητικότητα, κλείσιμο στον εαυτό του. Παραίτηση ή υπερπροσπάθειαΠολλές φορές, ανάλογα με τις διαμορφούμενες μεταξύ των αδελφών σχέσεις, μπορεί ένα παιδί είτε να προσπαθήσει πολύ, κυρίως όσον αφορά στην σχολική επίδοση και να ξεπεράσει τον αδελφό του (αυτό καταγράφεται συχνότερα σε δευτερότοκα παιδιά), είτε να παραιτηθεί παντελώς από κάθε περαιτέρω προσπάθεια. Η μέθοδος της απασχόλησης των γονιώνΜια πολύ σημαντική και συχνή μέθοδος των παιδιών, που ζηλεύουν και που πιστεύουν ότι οι γονείς τους ασχολούνται περισσότερο με τα αδέλφια τους και όχι με τα ίδια, είναι η προσπάθειά τους να κάνουν τους γονείς τους να ασχοληθούν μαζί τους. Έτσι επιδίδονται σε μια προσπάθεια προσέλκυσης της προσοχής των γονέων τους με ποικίλους τρόπους, όπως π.χ. με την υποβολή συχνών και συνεχών ερωτήσεων, την προσποίηση αδυναμίας ή ασθένειας κ.λ.π. Με τους τρόπους αυτούς πιστεύουν ότι θα υποχρεώσουν τους γονείς να ασχολούνται συνεχώς μαζί τους και να εξασφαλίσουν έτσι την πολυπόθητη αποκλειστικότητα. Πως βοηθάμε το παιδί που ζηλεύει ώστε να μειωθούν κατά το δυνατό οι αρνητικές επιπτώσεις της ζήλειας;Προκειμένου να βοηθήσουμε το κάθε παιδί που ζηλεύει και να συμβάλουμε στη μείωση αυτής της ζήλιας, αλλά, κυρίως, στο να μην υπάρξουν σημαντικές και καθοριστικές αρνητικές επιπτώσεις στον ψυχισμό του, χωρίς να επιθυμούμε να δώσουμε στους γονείς ένα “συνταγολόγιο” (αυτό άλλωστε είναι αδύνατο γιατί κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και διαφορετική) θα επισημάνουμε κάποιους τρόπους οι οποίοι θα βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση και που είναι: Η προετοιμασία του κάθε παιδιού, όσον αφορά στη γέννηση του άλλου παιδιούΕίναι απαραίτητο να ενημερώσουμε έγκαιρα το παιδί μας για τη γέννηση του άλλου παιδιού. Έτσι θα υπάρχει χρόνος για ψυχολογική προετοιμασία σε σχέση με τη νέα κατάσταση που θα δημιουργηθεί μέσα στην οικογένεια (αύξηση αριθμού μελών, παρουσία άλλου αδελφού, διεκδικήσεις κ.λ.π.) Η προετοιμασία αυτή είναι καλό να αφορά τόσο στα θετικά όσο και στα αρνητικά της νέας κατάστασης. Έτσι, ναι μεν, προετοιμάζουμε το παιδί μας μιλώντας για τα θετικά (ανταλλαγές, βοήθεια, παιχνίδι κ.λ.π.), χωρίς όμως να εξωραίζουμε και να εξιδανικεύουμε την κατάσταση, δεδομένου ότι η πραγματικότητα θα είναι διαφορετική. Γι’ αυτό του μιλάμε και για κάποιες δυσκολίες που θα υπάρξουν μετά τη γέννηση του άλλου παιδιού, όπως είναι π.χ. η διατάραξη του ρυθμού της οικογένειας, τα κλάματα του μωρού, οι απαιτήσεις του κ.λ.π. Επίσης, οι όποιες αλλαγές, όπως π.χ. αλλαγή κρεβατιού, δωματίου, φοίτηση στο σχολείο, είναι απαραίτητο να προηγηθούν της γέννησης του άλλου παιδιού, ώστε να μη συνδυαστούν με τη γέννηση του μωρού και προκαλέσουν τη ζήλια του. Οι στάσεις των γονιώνΕίναι γεγονός, ότι οι στάσεις των γονιών, όσον αφορά στα παιδιά τους, διαφοροποιούνται για το κάθε παιδί, παρά τα λεγόμενα από τους γονείς για ίδια στάση και πλήρη ισότητα στην αντιμετώπιση των παιδιών τους. Ας μην ξεχνάμε ότι κι εμείς οι γονείς έχουμε τις επιλεκτικές μας προτιμήσεις, συνειδητές ή ασυνείδητες και ότι για κάποιο από τα παιδιά μας είμαστε ευνοικότερα διατεθιμένοι. Άλλωστε, ό κάθε γονιός με την πάροδο των χρόνων διαφοροποιείται λόγω γνώσης και εμπειρίας, με αποτέλεσμα την υιοθέτηση διαφορετικών στάσεων και συμπεριφορών απέναντι στο παιδί. Η αποφυγή συγκρίσεων των παιδιών μεταξύ τουςΕίναι αναγκαίο οι γονείς να αποφεύγουν να συγκρίνουν τα παιδιά μεταξύ τους, τόσον όσον αφορά στα εξωτερικά χαρακτηριστικά τους, όσο και όσον αφορά στις ικανότητες και κατακτήσεις τους. Οι συγκρίσεις να είναι μόνο ενδοατομικές, δηλαδή του ίδιου του παιδιού.Συγκρίσεις με το τι ήταν το ίδιο το παιδί παλιότερα και το τι μπορεί να γίνει στο μέλλον. Καλό είναι επίσης να τονίζεται η διαφορετικότητα του κάθε παιδιού. Η ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων του παιδιού. Όχι απώθησηΓνωρίζουμε ότι το κάθε συναίσθημα, θετικό ή αρνητικό, εφόσον βιώνεται από το άτομο, εκφράζεται με διάφορους τρόπους. Όμως, ενώ είναι αποδεκτή η έκφραση των σωστών συναισθημάτων, αντίθετα είναι απορριπτέα και μη αποδεκτή η έκφραση των αρνητικών. Για το λόγο αυτό, το παιδί παίρνει το μήνυμα από νωρίς, ότι πρέπει οπωσδήτοπτε να αγαπά τον αδελφό του (τα καλά παιδιά αγαπούν τον αδελφό τους) και επομένως αν δεν τον αγαπά δεν είναι καλό παιδί, άρα δεν είναι αποδεκτό από τους γονείς του. Επειδή όμως, το παιδί επιθυμεί πάρα πολύ να το αγαπούν και να το αποδέχονται οι γονείς του, όταν βιώνει αρνητικά συναισθήματα και εν προκειμένω ζήλια, δεν την εκφράζει, αλλά αντίθετα την απωθεί. Όμως γνωρίζουμε ότι οτιδήποτε απωθείται δημιουργεί πρόβλημα στο ίδιο το άτομο, προκαλώντας του εσωτερικές εντάσεις. Από ενός, όμως, σημείου και μετά, που υπάρχει συσσωρευμένη ένταση, αυτή μπορεί να εκδηλωθεί με βίαιες και ακραίες συμπεριφορές, κυρίως επιθετικές. Γι’ αυτό οι γονείς οφείλουν να διευκολύνουν το παιδί τους στην έκφραση της ζήλιας του, λέγοντάς του ότι το κατανοούν που νιώθει έτσι και ότι μπορεί να συζητάει μαζί τους, δείχνοντας έμπρακτα ότι το αποδέχονται και το αγαπούν και με τα αρνητικά του συναισθήματα. Γενικότερα, οι γονείς, όσον αφορά στις αδελφικές σχέσεις, οφείλουν να γνωρίζουν:
Αρετή Καραθανάση-Κατσαούνου |